Μηνύματα για το Βιβλίο 2000 - 09

Η Παγκόσμια Ημέρα Παιδικού Βιβλίου καθιερώθηκε από την ΙΒΒΥ, τη Διεθνή Οργάνωση Βιβλίων για τη Νεότητα, το 1966, την ημέρα των γενεθλίων του μεγάλου Δανού παραμυθά Χανς Κρίστιαν Άντερσεν (2 Απριλίου 1805), με σκοπό να εμπνεύσει στα παιδιά την αγάπη για το διάβασμα και να στρέψει το βλέμμα όλων στο παιδικό βιβλίο.
Από τότε, κάθε χρόνο, ένα διαφορετικό εθνικό τμήμα της IBBY ετοιμάζει ένα μήνυμα και μία αφίσα, που διανέμονται σε όλο τον κόσμο.





2000

Το μυστικό είναι στο βιβλίο,
Το βιβλίο είναι το μυστικό
The Secret Is in the Book,
the Book Is the Secret
Mike Launis, Finland 

Το μυστικό είναι στο βιβλίο, το βιβλίο είναι το μυστικό
Hannele Huovi (Φινλανδία)

Ήμουν ανήσυχος και είχα περιέργεια μεγάλη. Καθόμουν στα πόδια του Γερο-σοφού και τον άκουγα να τραγουδάει. Με το τραγούδι του, οι πέτρες γίνονταν τόσο ελαφριές, που επέπλεαν στο νερό. Τραγουδούσε και τα νησιά ταξίδευαν στο κύμα. Τραγουδούσε και τ’αστέρια κολυμπούσαν στον ουρανό. Τα πάνω κάτω έφερνε με το τραγούδι του.

- Πότε θα γίνω μάγος πραγματικός; ρώτησα τραβώντας την άκρη της βελούδινης κάπας του μάγου.

- Σύντομα, είπε κείνος και συνέχισε να τραγουδάει.

Η γούνα της γάτας του άρχισε να σπινθηρίζει. Η ουρά της ορθώθηκε. Κάτι έβλεπε που εγώ δεν μπορούσα να το δω.

- Μήπως είμαι πολύ μικρός; ρώτησα περίεργος.

- Όχι, είπε ο μάγος και συνέχισε να τραγουδάει.

Το σοφό πουλί φτερούγισε, στάθηκε στον ώμο του Γερο-σοφού κι έστρωσε με το ράμφος τα φτερά του. ΄Εγειρε ύστερα το κεφάλι και κάρφωσε την παράξενη ματιά του επάνω μου.

- Μήπως είμαι πολύ κοντός; ρώτησα.

- Όχι! Το μπόι δεν έχει καμιά σημασία, αποκρίθηκε ο Γερο-σοφός και συνέχισε να τραγουδάει.

Με το τραγούδι του, θρόισαν οι κορφές των δέντρων. Δυνάμωσε ο άνεμος και σε λίγο ακουγόταν ολόγυρά μας το βουητό και το σφύριγμά του. Φυσούσε τόσο δυνατά που τα ξερόκλαδα έπεφταν στη γη. Τρόμαξα με τον ορυμαγδό των δέντρων, χαμήλωσα το κεφάλι και κοίταξα τα πόδια μου.

- Μήπως είναι πολύ μικρά τα δάχτυλα των ποδιών μου; ρώτησα.

- Πώς; γύρισε και με κοίταξε ξαφνιασμένος ο μάγος.

Το βουητό των δέντρων σταμάτησε.

Έδειξα στο μάγο τα δάχτυλά μου στα χέρια και στα πόδια.

- Μήπως οι μάγοι πρέπει να έχουν μεγαλύτερα χέρια; ρώτησα.

- Όχι, χαμογέλασε ο Γερο-σοφός.

Έκοψα ένα λουλουδάκι μέσ’ από τα χορτάρια και το μύρισα. Είχε μια λεπτή ευωδιά.

- Μήπως οι μάγοι πρέπει να έχουν μεγαλύτερη μύτη; ρώτησα.

- Όχι, είπε ο Γερο-σοφός, έτοιμος να γελάσει.

Η ανησυχία και η περιέργειά μου μεγάλωναν. Δεν μπορούσα να περιμένω άλλο. ΄Ημουν γεννημένος μάγος αλλά δεν είχα τη δύναμη. Δεν ήξερα πώς να την αποκτήσω. Κοίταξα τη γούνα της γάτας που σπινθήριζε. Οι πέτρες που είχε μαγέψει ο Γερο-σοφός κολυμπούσαν στον αέρα. Αποφάσισα να ξαναρωτήσω.

- Πότε θα γίνω.....; άρχισα.

Τότε ο Γερο-σοφός έσκυψε κι έβγαλε ένα βιβλίο από το σακούλι του. Χαμογέλασε με νόημα και είπε:

- Το μυστικό είναι στο βιβλίο, το βιβλίο είναι το μυστικό.

Μετάφραση: Λότη Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου
-----------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
2001

Books Have It All
Krisztina Renyi, Hungary 

ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΕΧΟΥΝ ΤΑ ΠΑΝΤΑ
Εva Janikovszky (Ουγγαρία)

Τι μπορεί να έχουν μέσα τα βιβλία; Τούτο το ερώτημα γύριζε στο μυαλό μου όταν ήμουν τριών ή τεσσάρων χρονών και συνήθιζα να κάθομαι σ’ ένα σκαμνάκι στο βιβλιοπωλείο του παππού και της γιαγιάς μου. Η γιαγιά μου καθόταν στο ταμείο και η μητέρα μου περίμενε πίσω από τον πάγκο τους πελάτες. Πίσω της υπήρχαν σειρές από ράφια με βιβλία, που έφταναν ως το ταβάνι, και μια μεγάλη σκάλα με γυριστές άκρες που γαντζώνονταν σε μια σιδερένια βέργα, ώστε η σκάλα αυτή να μπορεί γλιστράει αριστερά δεξιά, για να φτάνει κανείς ακόμα και τα βιβλία που βρίσκονταν στο ψηλότερο ράφι.

Μη σκεφτείτε καθόλου ότι ένιωθα πλήξη. Αν έμπαινε κάποιος πελάτης στο βιβλιοπωλείο, προσπαθούσα να μαντέψω αν θα ζητήσει βιβλίο από τα χαμηλότερα ράφια ή αν ενδιαφερόταν για κείνα που βρίσκονταν στα ψηλότερα. Η έξυπνη, σβέλτη μητέρα μου ήξερε τη θέση κάθε βιβλίου στο κατάστημα και, αν ήταν απαραίτητο, ανέβαινε στη σκάλα για να πιάσει και να φέρει στον πελάτη το βιβλίο με το γαλάζιο, το κόκκινο ή το βυσσινί κάλυμμα από το ψηλότερο ράφι. ΄Ημουν πολύ περηφάνη για τη μητέρα μου κι ένιωθα όλο και μεγαλύτερη περιέργεια για το τι μπορούσαν να έχουν μέσα τα βιβλία. Υπήρχαν γαλάζια, κόκκινα και βυσσινί βιβλία γεμάτα με μικρά μαύρα γράμματα ακόμα και στα χαμηλά ράφια, όμως κανένα τους δεν είχε όμορφες, χρωματιστές εικόνες όπως τα βιβλία που είχα εγώ.

Στο σπίτι μας διάβαζαν όλοι. Η μητέρα μου, ο πατέρας μου, ο παππούς και η γιαγιά μου. Βλέποντας τα πρόσωπά τους καθώς έσκυβαν πάνω στα βιβλία, παρατηρούσα ότι μερικές φορές χαμογελούσαν, άλλοτε έδειχναν λυπημένοι και άλλοτε γύριζαν τις σελίδες με αγωνία. Κι αναρωτιόμουν τι να τους συνέβαινε άραγε την ώρα που διάβαζαν. Δεν έδειχναν να μ’ ακούν όταν τους μιλούσα και αν τελικά μου έδιναν προσοχή έμοιαζαν σαν να είχαν γυρίσει από κάπου. Γιατί δε μ’ έπαιρναν μαζί τους; Τι είχαν μέσα τα βιβλία; Ποιο ήταν το μυστικό τους που δε μου το έλεγαν κι εμένα;

Και τότε έμαθα να διαβάζω. ΄Εμαθα το μυστικό των βιβλίων: ΄Οτι έχουν τα πάντα μέσα. ΄Οχι μόνο νεράιδες, ξωτικά, πριγκίπισσες και κακές μάγισσες, αλλά κι εσένα κι εμένα, τις χαρές και τις λύπες μας, τις ελπίδες και τις έγνοιες μας. Το καλό και το κακό, η αλήθεια και το ψέμα, η φύση και το σύμπαν – όλα βρίσκονται στα βιβλία. Ανοίξτε τα βιβλία σας! Αφήστε τα να σας πουν όλα τους τα μυστικά!

Mετάφραση: Λότη Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου
----------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
2002

Η σκάλα με τα βιβλία
Climbing Up Book By Book
Maria Blazejovsky, Austria 


Η σκάλα με τα βιβλία
RenateWelsh (Αυστρία)


Το μικρό κορίτσι καθόταν σ’ έναν κήπο. ΄Ηταν όμορφος εκείνος ο κήπος, αλλά τον έκλεινε ολόγυρα ένας τοίχος ψηλός. Μόνο του ήταν το κοριτσάκι. Μη με ρωτάτε πώς βρέθηκε εκεί, ούτε ποιος το φρόντιζε και ποιος του έφερνε φαγητό. Δεν ξέρω. Βρισκόταν στον κήπο εκείνο κι ένιωθε μοναξιά.

«Κάπου σ’ αυτόν τον τοίχο πρέπει να υπάρχει μια πόρτα» σκεφτόταν. Περπάτησε αργά κατά μήκος του τοίχου ψηλαφώντας τις πέτρες, αλλά δε βρήκε ούτε μια χαραμάδα, ούτε μια ρωγμή, ούτ’ ένα άνοιγμα. Χτύπησε τον τοίχο εδώ κι εκεί. Παντού ο ίδιος ήχος ακουγόταν.

Η μικρούλα κάθισε κάτω από ένα μεγάλο δέντρο στη μέση του κήπου. Ψηλά στον ουρανό πετούσε ένα σμάρι πουλιά.

Ξάφνου ένα βιβλίo βρέθηκε κοντά της. Στην πρώτη σελίδα ήταν γραμμένο ένα μεγάλο Α και δίπλα του μια αρκούδα, ένα αλεξίπτωτο κι ένα αρνάκι. Στην επόμενη σελίδα ήταν ένα Β μ’ ένα βιβλίο, ένα βατράχι κι ένα βερίκοκο με κόκκινα μάγουλα.

΄Οταν η μικρή έμαθε όλα τα γράμματα του αλφαβήτου, ένα δεύτερο βιβλίο ήρθε δίπλα της πετώντας, έπειτα ένα τρίτο, ένα τέταρτο, ένα πέμπτο... Ξεφύλλισε τα βιβλία. Το θρόισμα των φύλλων τους ακουγόταν διαφορετικά στο καθένα. Τα μύρισε. Κάθε βιβλίο είχε τη δική του μυρωδιά. Στην αρχή το κοριτσάκι διάβαζε μονάχα τα γράμματα. ΄Επειτα τα γράμματα άρχισαν να σχηματίζουν λέξεις, οι λέξεις να φτιάχνουν φράσεις, οι φράσεις να δημιουργούν ιστορίες. Η μικρούλα διάβαζε αδιάκοπα. Βρέθηκε τότε ανεβασμένη σε καμήλες και σ’ ελέφαντες. ΄Εκανε κουπί πάνω σ’ ένα κανό κι έτρεξε με ταχύτητα πάνω στον πάγο μ’ ένα έλκηθρο που το έσερναν σκύλοι των Εσκιμώων. Κάθισε σ’ ένα θρόνο χρυσό μέσα σ’ ένα παλάτι και σ’ ένα πολύχρωμο χαλί μέσα σε μια σκηνή Ινδιάνων. Όμως το πιο σπουδαίο ήταν ότι βρήκε παιδιά μέσα σ’ εκείνα τα βιβλία. Ευτυχισμένα παιδιά, λυπημένα παιδιά, ντροπαλά παιδιά, ξεθαρρεμένα παιδιά, άτακτα παιδιά, φρόνιμα παιδιά.

Αποκοιμήθηκε η μικρή και τα είδε στ’ όνειρό της τα παιδιά εκείνα. ΄Οσο διάβαζε, ήταν μαζί τους. ΄Οταν όμως άπλωνε το χέρι να τ’ αγγίξει, έμενε και πάλι μονάχη και λυπημένη.

Της ήρθε τότε μια ιδέα. ΄Εβαλε τα βιβλία το ένα πάνω στ’ άλλο και σχημάτισε μια σκάλα τόσο ψηλή που να μπορεί να σκαρφαλώσει και να κοιτάξει από την άλλη μεριά του τοίχου. Είδε τότε κάτω χαμηλά έναν άλλο κήπο κι ένα παιδί να κάθεται εκεί.

«Γεια χαρά!» του είπε το κοριτσάκι.

Το άγνωστο παιδί σήκωσε το βλέμμα και άπλωσε τα χέρια.

Η μικρή κατέβηκε πάλι στο δικό της τον κήπο, πήρε μια αγκαλιά βιβλία και ξανανέβηκε τη σκάλα. Το αγόρι είχε ακουμπήσει το κεφάλι στα χέρια του κι έκλαιγε.

«Πρόσεχε!» του φώναξε το κοριτσάκι κι άρχισε να ρίχνει ένα ένα τα βιβλία.

Απαλά, σαν τα φύλλα των δέντρων, τα βιβλία έπεφταν στο γρασίδι. Εφτά φορές ανεβοκατέβηκε κι έριξε βιβλία η μικρή. Τότε το αγόρι έστησε μ’ αυτά μια σκάλα στη δική του την πλευρά. Σκαλί σκαλί, την ανέβηκε προσεκτικά.

Τα δυο παιδιά αγκαλιάστηκαν κι έβαλαν τα γέλια. ΄Επειτα κάθισαν δίπλα δίπλα πάνω στον τοίχο κι άρχισαν να κουνάνε τα πόδια τους.

Μετάφραση: Λότη Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου
-----------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
2003

The World in an Enchanted Network
Rafael Fabrice Yockteng Benalcazar, Brazil

Βιβλία: Ο κόσμος σ’ ένα δίκτυο μαγικό
Ana Maria Machado- (Βραζιλία)

΄Ημουν μικρό παιδί, δε θυμάμαι ακριβώς πόσων ετών. Το μπόι μου ήταν τόσο, που μόλις έφτανα ν’ ακουμπώ τους αγκώνες στο γραφείο του πατέρα μου με το πιγούνι στα χέρια. Ακριβώς μπροστά στα μάτια μου έστεκε ένα χάλκινο αγαλματάκι: Παρίστανε έναν ιππότη πολύ αδύνατο, μ’ ένα ακόντιο στο χέρι, καβάλα σε άλογο σκελετωμένο, και πίσω του ένα γαϊδαράκο να κουβαλάει στην πλάτη έναν άνθρωπο χοντρό και κοντό, που κρατούσε ένα καπέλο με το χέρι ψηλά, λες και κάποιον χαιρετούσε.

Ρώτησα γι’ αυτούς κι ο πατέρας μού τους συνέστησε:

- Ο Δον Κιχώτης και ο Σάντσο Πάντσα!

΄Ηθελα ν’ ακούσω ποιοι ήταν και πού ζούσαν. ΄Εμαθα λοιπόν ότι ήταν Ισπανοί και ζούσαν εδώ και αιώνες μέσα σ’ ένα βιβλίο. Ο πατέρας μου σταμάτησε τη δουλειά του, πήρε ένα τεράστιο βιβλίο από ένα ράφι της βιβλιοθήκης και άρχισε να μου δείχνει τις εικόνες και να μου λέει τις ιστορίες αυτών των δυο ανθρώπων. Μια εικόνα έδειχνε τον Δον Κιχώτη τριγυρισμένο από βιβλία.

- Και ποιος ζει μέσα σ’ αυτά τα βιβλία; ρώτησα.

Από την απάντησή του άρχισα να καταλαβαίνω πως υπήρχαν βιβλία πολλών λογιών. Μέσα σ’ αυτά κάποιοι ζούσαν αιώνια. Από τότε, με τη βοήθεια των γονιών μου, άρχισα να γνωρίζω μερικούς από αυτούς, όπως τον Ροβινσώνα Κρούσο στο νησί του, τον Γκιούλιβερ στη Χώρα των Λιλιπούτειων και τον Ρομπέν των δασών στα λημέρια του. ΄Επειτα ανακάλυψα ότι οι πριγκίπισσες και οι νεράιδες, οι γίγαντες και οι νάνοι, οι βασιλιάδες και οι μάγισσες, τα τρία γουρουνάκια και τα εφτά κατσικάκια, το ασχημόπαπο και ο κακός ο λύκος, όλες οι παλιές μου γνωριμίες από τα παραμύθια που άκουγα ως τότε, κατοικούσαν κι αυτές σε βιβλία.

Όταν έμαθα να διαβάζω, ήρθε κι η δική μου η σειρά να ζήσω μέσα σε βιβλία. Συνάντησα ήρωες λαϊκών παραμυθιών απ’ όλο τον κόσμο, σε συλλογές που με ταξίδευαν από την Κίνα ως την Ιρλανδία, από τη Ρωσία ως την Ελλάδα. Τόσο με συνέπαιρναν τα έργα του Μοντέιρο Λομπάτο, που νόμιζα πώς είχα μεταφερθεί στην Φάρμα του Κίτρινου Δρυοκολάπτη, όπου ξετυλίγονταν οι ιστορίες του. Εκεί ζούσα. Ήταν μια ελεύθερη περιοχή, χωρίς σύνορα. Από κει μου ήταν πολύ εύκολο να μεταφερθώ στον Μισισιπή με τον Τομ Σόγιερ και τον Χακ Φιν, να διασχίσω έφιππη τη Γαλλία παρέα με τον Ντ’ Αρτανιάν, να χαθώ στην αγορά της Βαγδάτης με τον Αλαντίν, να πετάξω στη Χώρα του Ποτέ με τον Πίτερ Παν, να ταξιδέψω πάνω από τη Σουηδία στα φτερά της χήνας με τον Νιλς, να κατέβω στην τρύπα του κουνελιού με την Αλίκη, να βρεθώ στην κοιλιά του θαλάσσιου κήτους με τον Πινόκιο, να κυνηγήσω τον Μόμπι Ντικ με τον Πλοίαρχο ΄Αχαμπ, να περάσω τις εφτά θάλασσες με τον Κάπταιν-Μπλαντ, να ψάξω για το θησαυρό με τον Τζων Σίλβερ, να κάνω το γύρο του κόσμου με τον Φιλέα Φογκ, να μείνω για χρόνια στην Κίνα με τον Μάρκο Πόλο, να ζήσω στην Αφρική με τον Ταρζάν, στις κορφές των βουνών με τη Χάιντι ή σ’ ένα μικρό σπίτι στο λιβάδι με την οικογένεια ΄Ινγκαλς, να βρεθώ στους δρόμους του Λονδίνου με τον ΄Ολιβερ Τουίστ ή στους δρόμους του Παρισιού με την Τιτίκα των Αθλίων, να γλιτώσω από τη φωτιά με την Τζέιν ΄Ειρ, να πάω στο σχολείο της Καρδιάς με τον Ενρίκο και τον Γκαρόνε, να ακολουθήσω έναν άγιο στην Ινδία με τον Κιμ, να ονειρευτώ πως γίνομαι συγγραφέας με τη μικρή κυρία Τζο Μαρκ, να γίνω μέλος της ομάδας των Πλοιάρχων Σαντ με τον Πέδρο Μπάλα στους λόφους και τις αμμουδιές της Μπαχία.

Έτσι απλά. Χωρίς σύνορα, πέρα από ηλικίες. Πετώντας από το ένα σημείο στο άλλο. Κι όλα να συνδέονται μεταξύ τους με κάποιο τρόπο, να σχηματίζουν έναν ιστό ανθεκτικό, ένα δίκτυο δυνατό.

Λίγο λίγο, από τόσους κόσμους διαφορετικούς, δημιούργησα τον δικό μου κόσμο. Και στα βιβλία που γράφω άρχισα να μοιράζομαι με άλλους ανθρώπους εκείνα που ζουν μέσα μου.

Μετάφραση: Λότη Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου
-----------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
2004

Για το έτος 2004, η επιμέλεια του υλικού για τον εορτασμό έχει ανατεθεί στον «Κύκλο του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου» που αποτελεί το ελληνικό τμήμα της ΙΒΒΥ.
Το μήνυμα έχει γράψει η Αγγελική Βαρελλά ενώ η αφίσα έχει φιλοτεχνηθεί από τον Νικόλα Ανδρικόπουλο.
Τόσο το μήνυμα όσο και η αφίσα έχουν τυπωθεί στα ελληνικά καθώς και στις 4 επίσημες γλώσσες της ΙΒΒΥ (αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά και ισπανικά), και έχουν σταλεί στα 71 εθνικά μέλη της σε όλο τον κόσμο.

«Το φως των βιβλίων»

Τα δυο αδέλφια συνήθιζαν να παίζουν με μια υδρόγειο σφαίρα. Καθώς τη στριφογύριζαν και τη στριφογύριζαν, με κλειστά μάτια, σημάδευαν με το δάχτυλό τους ένα σημείο. Κι αν τύχαινε το σημείο εκείνο να είναι το Πεκίνο ή η Μαδαγασκάρη ή το Μεξικό, τότε έψαχναν στις βιβλιοθήκες να βρουν βιβλία με ιστορίες για τον τόπο που διάλεξαν.
Αγαπούσαν το διάβασμα. Το χαίρονταν. Το φως στο παραθύρι τους ήταν αναμμένο ως αργά το βράδυ.
Με το «φως» των βιβλίων βρέθηκαν να περπατούν στο σινικό τείχος στην Κίνα, ν’ ακούν το τραγούδι του Ωκεανού παρέα με τους Βίκινγκς, να ζουν δίπλα στις πυραμίδες της αρχαίας Αιγύπτου, να γλιστρούν με το έλκηθρο στις παγωμένες λίμνες συντροφιά με τους Εσκιμώους, να παίρνουν μέρος στους αγώνες της αρχαίας Ολυμπίας και να στεφανώνονται μ’ ένα κλωνάρι αγριελιάς.
Όταν τα έπαιρνε ο ύπνος, τα παραμύθια, οι ιστορίες, οι θρύλοι, οι τόποι, οι συγγραφείς, οι ήρωες μπερδεύονταν στα όνειρά τους, καθώς έρχονταν να τους νανουρίσουν απαλά: Ο Αίσωπος διηγιόταν τους μύθους του στη Σεχραζάτ από το πιο ψηλό σημείο του πύργου του Άιφελ, ο Χριστόφορος Κολόμβος άκουγε τον Τομ Σώγερ να του λέει τις σκανταλιές του σ’ ένα ποταμόπλοιο του Μισισιπή, η Αλίκη ταξίδευε στη χώρα των θαυμάτων μέσα σ’ ένα έλκηθρο συντροφιά με τη Μαίρη
Πόπινς και ο Άντερσεν έλεγε τα δικά του παραμύθια στην αράχνη Ανάνσε, έξω από μια πυραμίδα.
Το παιχνίδι με την υδρόγειο σφαίρα σε συνδυασμό με τα βιβλία διασκέδαζε αφάνταστα τα δυο αδέλφια, γιατί δεν τέλειωνε ποτέ. Είχανε βρει έναν τρόπο να γίνουν θαλασσοπόροι κι εξερευνητές μέσα από τις σελίδες τους. Με το «φως» τους κατακτούσαν τον Πλανήτη, ζούσαν διάφορους πολιτισμούς, διάφορες εποχές, θαύμαζαν την ποικιλία τους. Με λίγα λόγια συναντούσαν τη ζωή στον μεγάλο κόσμο, έξω από τη μικρή τους καμαρούλα. Πετούσαν παντού, ταξίδευαν παντού και ονειρεύονταν.
Και βέβαια ξεχνούσαν να κλείσουν το φως!
- Παιδιά, πότε επιτέλους θα κοιμηθείτε; τους φώναζαν οι γονείς τους. Είναι αργά. Σβήστε το φως!
- Δεν μπορούμε, τους απαντούσαν γελώντας. Το «φως» των βιβλίων δεν σβήνει ποτέ.
-----------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
2005
Manorama Jafa (Ινδία)

Τα βιβλία είναι μάτια μαγικά

Τα χρόνια τα παλιά, στην αρχαία Ινδία, ζούσε ένα αγόρι που το έλεγαν Καπίλ. Του άρεσε να διαβάζει κι ήταν και πολύ περίεργο. ΄Ενα σωρό ερωτήματα περνούσαν από το μυαλό του. Γιατί ο ήλιος είναι στρογγυλός και γιατί το φεγγάρι αλλάζει σχήμα; Γιατί τα δέντρα ψηλώνουν τόσο; Γιατί τ’ αστέρια δεν πέφτουν από τον ουρανό; Ο Καπίλ έψαχνε να βρει τις απαντήσεις στα βιβλία από φύλλα φοινικιάς που τα είχαν γράψει άνθρωποι σοφοί. Διάβαζε λοιπόν κάθε βιβλίο που έπεφτε στα χέρια του. Μια μέρα, την ώρα που διάβαζε ένα βιβλίο, η μητέρα του τού έδωσε ένα δέμα και του είπε: «΄Ασε το βιβλίο και πήγαινε φαγητό στον πατέρα σου. Θα είναι πολύ πεινασμένος». Ο Καπίλ σηκώθηκε με το βιβλίο στα χέρια, πήρε το δέμα και ξεκίνησε. Περπατώντας στο στριφτό και δύσβατο μονοπάτι του δάσους, συνέχιζε να διαβάζει. Ξαφνικά, σκόνταψε σε μια πέτρα, παραπάτησε κι έπεσε. Το μεγάλο του δάχτυλo μάτωσε. Ο Καπίλ σηκώθηκε κι άρχισε πάλι να διαβάζει - τα μάτια του δεν ξεκολλούσαν από το βιβλίο. Πιο κάτω, σκοντάφτει ξανά και πέφτει με τα μούτρα στο χώμα. Αυτή τη φορά πληγώθηκε πιο πολύ, μα εκείνο που διάβαζε στο βιβλίο με τα φύλλα φοινικιάς τον έκανε να ξεχάσει το χτύπημά του. Ξάφνου έλαμψε κάτι σαν αστραπή κι ακούστηκε ένα γέλιο μελωδικό. Ο Καπίλ σήκωσε τα μάτια. Μια πανέμορφη γυναίκα μ’ ένα φωτοστέφανο στο κεφάλι, ντυμένη μ’ ένα σάρι λευκό, του χαμογελούσε. Καθόταν πάνω σ’ έναν πανώριο άσπρο κύκνο κι είχε τέσσερα χέρια. Στο ένα κρατούσε έναν κύλινδρο φωτεινό και στ’ άλλα δυο ένα όργανο μουσικής που το έλεγαν βίνα. Το τέταρτο χέρι της το άπλωσε προς το μέρος του Καπίλ και του είπε: «Η δίψα σου για γνώση, παιδί μου, μ’ εντυπωσίασε. Θα σου προσφέρω λοιπόν ένα δώρο. Πες μου τι επιθυμείς περισσότερο;» Το αγόρι ανοιγόκλεισε τα μάτια με δέος. Αυτή που έβλεπε μπροστά του ήταν η Σαρασβάτι, η θεά της γνώσης! Χωρίς δεύτερη σκέψη, ένωσε τα χέρια του, έσκυψε και μουρμούρισε: «Παρακαλώ, θεά, χάρισέ μου ένα δεύτερο ζευγάρι μάτια για τα πόδια μου, να μπορώ να διαβάζω περπατώντας!» «Ας γίνει το θέλημά σου!» έδωσε η θεά την ευλογία της αγγίζοντάς το κεφάλι του Καπίλ. Κι εξαφανίστηκε μέσα στα σύννεφα. Ο Καπίλ κοίταξε προς τα κάτω. ΄Αλλο ένα ζευγάρι μάτια βρισκόταν τώρα στα πόδια του. Πέταξε από χαρά! ΄Επειτα βάλθηκε να κατεβαίνει το στριφτό μονοπάτι του δάσους, με τα μάτια στο βιβλίο και τα πόδια του να τον οδηγούν σωστά. Με την αγάπη που είχε για το διάβασμα ο Καπίλ, όταν μεγάλωσε, έγινε ένας από τους μεγαλύτερους σοφούς της Ινδίας. ΄Ηταν ξακουστός πέρα ως πέρα στη χώρα για τη μεγάλη του σοφία. Του έδωσαν μάλιστα κι ένα δεύτερο όνομα, «Τσακσουπάντ», που στα σανσκριτικά σημαίνει «εκείνος με τα μάτια στα πόδια». Η Σαρασβάτι είναι η ινδική μυθολογική θεά της μάθησης, της γνώσης, της μουσικής και του λόγου. Η ιστορία αυτή βασίζεται σ’ έναν αρχαίο ινδικό μύθο για ένα αγόρι, που ανακάλυψε ότι η γνώση έρχεται από τις λέξεις των σοφών, τις γραμμένες σε χειρόγραφα φύλλα φοινικιάς. Τα βιβλία είναι τα μαγικά μας μάτια. Μας δίνουν γνώση και πληροφορίες και μας οδηγούν μέσ’ από τα δύσκολα και δύσβατα μονοπάτια της ζωής.

Απόδοση: Λότη Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου
------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
2006

Για το 2006 υπεύθυνο για το υλικό του εορτασμού είναι το Σλοβακικό Τμήμα της ΙΒΒΥ. Το μήνυμα το έγραψε ένας από τους γνωστότερους συγγραφείς παιδικών βιβλίων στη Σλοβακία, ο πολυβραβευμένος Ján Uli?iansky, που ήταν υποψήφιος για το Βραβείο ΄Αντερσεν (συγγραφής) το 2004. Μερικά από τα πιο γνωστά βιβλία του είναι τα: (Νησιά των Χιονανθρώπων), (΄Εχουμε την ΄Εμα), (Ένας δράκος που τον έλεγαν Φλόγα) και (Το μαγικό αγόρι). Την αφίσα τη φιλοτέχνησε ο Peter ?isárik, εικονογράφος από τους πιο γνωστούς στη χώρα του, σκηνογράφος και δάσκαλος. Το 1997 τιμήθηκε με το βραβείο εικονογράφησης «L’ udovit Fulla», από τα σημαντικότερα στη Σλοβακία. Έχει επίσης βραβευτεί δύο φορές από το Υπουργείο Πολιτισμού της Σλοβακίας και το 2004 ήταν υποψήφιος για το Βραβείο ΄Αντερσεν (εικονογράφησης).

«Η μοίρα των βιβλίων είναι γραμμένη στ’ άστρα»

Ρωτούν συχνά οι μεγάλοι τι θ’ απογίνουν τα βιβλία όταν τα παιδιά θα πάψουν να τα διαβάζουν. Μια απάντηση μπορεί να είναι αυτή: «Θα τα φορτώσουμε όλα σ’ ένα τεράστιο διαστημόπλοιο και θα τα στείλουμε στ’ άστρα!» Ωωω! Τα βιβλία μοιάζουν στ’ αλήθεια με άστρα στον νυχτερινό ουρανό. Είναι τόσα πολλά, που δεν μπορούμε να τα μετρήσουμε και συχνά είναι τόσο μακριά μας, που μας φαίνεται ακατόρθωτο να τα φτάσουμε. Σκεφτείτε ωστόσο τι σκοτάδι θα είχαμε, αν κάποια μέρα όλα τα βιβλία, αυτοί οι κομήτες στο σύμπαν του νου μας, εξαφανίζονται κι έπαυαν να μας δίνουν εκείνη την απεριόριστη ενέργεια της ανθρώπινης γνώσης και φαντασίας... Τι φοβερό! Μήπως λέει κανένας ότι τα παιδιά δεν μπορούν να καταλάβουν μια τέτοια ιστορία επιστημονικής φαντασίας; Πολύ καλά λοιπόν, θα γυρίσω στη γη και θ’ αφήσω τον εαυτό μου να θυμηθεί τα βιβλία της παιδικής μου ηλικίας. Αυτό μου ήρθε άλλωστε στο νου, καθώς κοίταζα τη Μεγάλη Άρκτο, τον αστερισμό που εμείς στη Σλοβακία τον ονομάζουμε «Μεγάλο Κάρο». Και το σκέφτηκα επειδή τα πολυτιμότερα βιβλία ήρθαν σε μένα πάνω σ’ ένα κάρο... Δηλαδή όχι πρώτα σε μένα, μα στη μητέρα μου. Ήταν τον καιρό του πολέμου. Στεκόταν στην άκρη του δρόμου μια μέρα, όταν ένα κάρο έφθασε με θόρυβο – μια καρότσα για σανό γεμάτη βιβλία ως απάνω που την έσερναν άλογα. Ο καροτσιέρης είπε στη μητέρα μου ότι μετέφερε τα βιβλία από τη βιβλιοθήκη της πόλης σε κάποιο μέρος ασφαλές, για να μην καταστραφούν. Την εποχή εκείνη η μητέρα μου ήταν ένα μικρό κορίτσι που αγαπούσε το διάβασμα και, στη θέα εκείνης της θάλασσας από βιβλία, τα μάτια της άστραψαν σαν άστρα. Ως τότε, τα κάρα που είχε δει ήταν γεμάτα μόνο με σανό, άχυρο ή κοπριά. Ένα κάρο γεμάτο βιβλία ήταν για κείνη κάτι παραμυθένιο. Πήρε λοιπόν το θάρρος και ρώτησε: «Σας παρακαλώ, μπορείτε να μου δώσετε έστω κι ένα μόνο βιβλίο απ’ αυτή τη στοίβα;» Ο άνθρωπος χαμογέλασε, της έγνεψε ναι, κατέβηκε από το κάρο και ξέλυσε τη μια πλευρά, λέγοντας: «Μπορείς να πάρεις στο σπίτι σου όσα πέσουν κάτω!»
Τα βιβλία ξεχύθηκαν με θόρυβο στο σκονισμένο δρόμο και σε λίγο το παράξενο εκείνο κάρο χάθηκε σε μια στροφή. Η μητέρα μου τα μάζεψε με λαχτάρα, νιώθοντας την καρδιά της να χτυπάει δυνατά. Όταν τίναξε από πάνω τους τη σκόνη, ανακάλυψε ότι ανάμεσά τους βρισκόταν κατά τύχη μια πλήρης σειρά με τα παραμύθια του Χανς Κρίστιαν ΄Αντερσεν. Μέσα στους πέντε τόμους με τα διαφορετικά χρώματα στα εξώφυλλα δεν υπήρχε ούτε μια εικόνα, όμως με τρόπο θαυμαστό τα βιβλία εκείνα φώτιζαν τις νύχτες που τις φοβόταν τόσο η μητέρα μου. Κι αυτό επειδή είχε χάσει τη μητέρα της στον πόλεμο. Όταν διάβαζε κείνες τις ιστορίες τα βράδια, κάθε μια τής έδινε και μια μικρή αχτίδα ελπίδας και με μια σιωπηλή εικόνα στην καρδιά, που τη ζωγράφιζαν τα μισόκλειστα βλέφαρά της, μπορούσε ήρεμα ν’ αποκοιμηθεί, έστω και για λίγο... Τα χρόνια πέρασαν και τα βιβλία εκείνα έφτασαν ως εμένα. Τα κουβαλούσα πάντα μαζί μου στους σκονισμένους δρόμους της δικής μου ζωής. Για ποια σκόνη μιλώ, θα με ρωτήσετε. Μμμ… Ίσως είχα κατά νου την αστερόσκονη που πέφτει στα μάτια μας, όταν καθόμαστε σε μια καρέκλα και διαβάζουμε κάποια νύχτα σκοτεινή. Αν, δηλαδή, διαβάζουμε κάποιο βιβλίο. Γιατί βέβαια μπορούμε να διαβάζουμε πολλών λογιών πράγματα: Ένα ανθρώπινο πρόσωπο, τις γραμμές στην παλάμη μας, τ’ άστρα... Τ’ άστρα είναι βιβλία στο νυχτερινό ουρανό και φωτίζουν το σκοτάδι. Όποτε αναρωτιέμαι αν αξίζει να γράψω ένα ακόμη βιβλίο, κοιτάζω τον ουρανό και λέω στον εαυτό μου ότι το σύμπαν είναι όντως απέραντο και σίγουρα υπάρχει ακόμα χώρος για το μικρό μου αστέρι. 

Μετάφραση: Λότη Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου
-----------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
2007

Το 2007 είναι η σειρά της Nέας Ζηλανδίας. Το μήνυμα έγραψε η βραβευμένη συγγραφέας παιδικών βιβλίων Μάργκαρετ Μέιχι με τίτλο « Οι ιστορίες είναι το δαχτυλίδι που ενώνει τον κόσμο». Την αφίσα φιλοτέχνησε ο Ζακ Βαϊπάρα, απόγονος των γηγενών Μαορί της Νέας Ζηλανδίας, με αναφορές στο κινηματογραφικό έργο «Ο άρχοντας των δαχτυλιδιών», που γυρίστηκε ταινία στη Νέα Ζηλανδία.

Οι ιστορίες είναι το δαχτυλίδι που ενώνει τον κόσμο
Της Μάργκαρετ Μέιχι (Νέα Ζηλανδία)
Βραβείο Άντερσεν 2006

Δε θα ξεχάσω ποτέ το πώς έμαθα να διαβάζω. ‘Οταν ήμουν πολύ μικρή, οι λέξεις περνούσαν μπρος από τα μάτια μου με βιάση σαν μαύρα σκαθαράκια που προσπαθούσαν να μου ξεφύγουν. Δεν τα κατάφεραν όμως. ΄Εμαθα να τις ξεχωρίζω, όσο γρήγορα κι αν έτρεχαν. Κι επιτέλους! Eπιτέλους μπορούσα ν’ ανοίγω βιβλία και να καταλαβαίνω τι έγραφαν μέσα. Μπορούσα να διαβάζω παραμύθια και αστείες ιστορίες και ποιήματα μονάχη μου εντελώς.
Πρέπει όμως να σας πω πως είχα και κάποιες εκπλήξεις. Με το διάβασμα κατάφερα να κατακτώ τις ιστορίες, κατάφεραν όμως και οι ιστορίες να κατακτούν εμένα κατά κάποιον τρόπο. Έτσι, δεν μπόρεσα ποτέ να τους ξεφύγω. Κι αυτό είναι ένα κομμάτι από το μυστήριο του διαβάσματος.
Ανοίγεις το βιβλίο, διαβάζεις τις λέξεις και μια όμορφη ιστορία φουντώνει μέσα σου. Εκείνα τα μαύρα σκαθαράκια, που τρέχουν στη γραμμή από τη μια άκρη της σελίδας ως την άλλη, γίνονται πρώτα λέξεις που καταλαβαίνεις και ύστερα εικόνες κι επεισόδια μαγικά. Κι αν μερικές ιστορίες φαίνεται να μην έχουν καμιά σχέση με την αληθινή ζωή, αν είναι γεμάτες εκπλήξεις όλων των λογιών και τεντώνουν τη φαντασία σαν λάστιχο με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, στο τέλος όλες οι καλές ιστορίες μας ξαναφέρνουν στην πραγματικότητα. Είναι φτιαγμένες από λέξεις και όλοι οι άνθρωποι λαχταρούν να ζήσουν περιπέτειες με λέξεις.
Οι περισσότεροι από μας ξεκινάμε ακούγοντας να μας διαβάζουν ιστορίες. Όταν είμαστε μωρά, οι μανάδες και οι πατεράδες μας παίζουν μαζί μας, λέγοντάς μας ποιηματάκια, γαργαλώντας μας (πάει ο λαγός να πιει νερό) ή χτυπώντας τα χέρια (παλαμάκια παίξετε, ο μπαμπάκας έρχεται). Τα παιχνίδια με τις λέξεις λέγονται δυνατά κι εμείς, ως μικρά παιδιά, τις ακούμε και γελάμε. Αργότερα μαθαίνουμε να διαβάζουμε τα μαύρα σημαδάκια στη σελίδα και, ακόμα κι όταν διαβάζουμε σιωπηλά, ακούμε μέσα μας μια φωνή. Τίνος είναι η φωνή αυτή; Ίσως η δική σου, του αναγνώστη, μα και κάτι παραπάνω. Είναι η φωνή της ιστορίας που μιλάει μέσα στου αναγνώστη το μυαλό.
Οι ιστορίες βέβαια λέγονται με πολλούς τρόπους στις μέρες μας. Ιστορίες λένε και οι κινηματογραφικές ταινίες και η τηλεόραση. Δε χρησιμοποιούν όμως τη γλώσσα με τον τρόπο των βιβλίων. Οι συγγραφείς που εργάζονται για την τηλεόραση ή οι σεναριογράφοι είναι συχνά υποχρεωμένοι να περιορίζουν τις λέξεις. «Αφήστε να μιλήσουν οι εικόνες» λένε οι ειδικοί. Την τηλεόραση έπειτα την παρακολουθούμε με άλλους μαζί, όταν διαβάζουμε όμως ένα βιβλίο, τις περισσότερες φορές διαβάζουμε μόνοι.
Ζούμε σε μια εποχή που ο κόσμος έχει γεμίσει βιβλία. Για τον αναγνώστη, είναι μέρος του ταξιδιού του να ψάξει ανάμεσά τους, διαβάζοντας και ξαναδιαβάζοντας. Είναι μέρος της περιπέτειάς του να βρει μέσα σ’ αυτή τη ζούγκλα των εντύπων μια ιστορία που θα ξεπροβάλει σαν ένας μάγος, ν’ ανακαλύψει μια ιστορία τόσο συναρπαστική και μυστηριώδη, που θα καταφέρει ν’ αλλάξει τον αναγνώστη. Νομίζω πως κάθε αναγνώστης ζει για τη στιγμή που ο κόσμος ο καθημερινός αποτραβιέται για λίγο, για να δώσει τόπο σε μια νέα αστεία ιστορία, μια νέα ιδέα, ένα νέο παραμύθι που αποκτά τη δική του αλήθεια με τη δύναμη των λέξεων.
«Ναι, αλήθεια είναι!» λέει μέσα μας η φωνή εκείνη. «Σε παραδέχομαι!».
Δεν είναι συναρπαστικό το διάβασμα;

Απόδοση: Λότη Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου
-----------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
2008

Tα βιβλία δίνουν φως, η γνώση δίνει χαρά
Books Enlighten: Knowledge Delights
Του Chakrabhand Posayakrit (Ταϊλάνδη)

Το 2008 υπεύθυνο για το υλικό του εορτασμού ήταν το Τμήμα της Ταϊλάνδης. Την αφίσα τη φιλοτέχνησε ο Ταϊλανδός κορυφαίος ζωγράφος και συγγραφέας Chakrabhand Posayakrit, καλλιτέχνης από τους πιο γνωστούς στη χώρα του, τιμημένος με πλήθος βραβεία και διακρίσεις για τα εικαστικά του έργα και τις μελέτες του γύρω από την καλλιτεχνική παράδοση της χώρας του. Σε μήνυμά του προς τα παιδιά, εξηγώντας πώς εμπνεύστηκε το θέμα της αφίσας, λέει:
«Την έμπνευση για την αφίσα της Παγκόσμιας Ημέρας Παιδικού Βιβλίου 2008 την οφείλω στην μακρά παράδοση της Ταϊλάνδης, σύμφωνα με την οποία τα παιδιά άκουγαν ιστορίες και διάβαζαν κείμενα γραμμένα σε φύλλα φοινικιάς, που τα τοποθετούσαν σε τραπεζάκια σχεδιασμένα ειδικά για να μπορούν τα παιδιά να διαβάζουν».

Σε όλες τις χώρες, τα παιδιά, οι συγγραφείς, οι εικονογράφοι, οι μεταφραστές, οι βιβλιοθηκάριοι, οι εκδότες και οι εκπαιδευτικοί γιορτάζουν την Παγκόσμια Ημέρα Παιδικού Βιβλίου με διάφορες εκδηλώσεις σε σχολεία, βιβλιοθήκες, βιβλιοπωλεία, πλατείες και άλλους χώρους, δείχνοντας έτσι την αγάπη και το ενδιαφέρον τους για τα βιβλία και το διάβασμα.
-----------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
2009

I am the World
Hani D. El-Masri, Egypt 

Είμαι ο κόσμος
(Αίγυπτος)

Είμαι ο κόσμος κι ο κόσμος είμαι εγώ
με τα βιβλία είμαι ό,τι επιθυμώ!
Λέξεις και εικόνες, μύθοι, ποιήματα
στη γη με περπατάνε δίχως βήματα.

Τη χώρα που ' χει τον κρυμμένο θησαυρό,
και τα λυχνάρια, τα χαλιά τα μαγικά,
τα τζίνια, τα φαντάσματα, τα ξωτικά,
στης Σεχραζάντ τα παραμύθια θα τα βρω.

Με τις σελίδες του βιβλίου φτερουγίζω,
στο χώρο και στο χρόνο ταξιδεύω.
Κι ενώ απ' όπου είμαι δε σαλεύω,
φανταστικές στεριές και θάλασσες διασχίζω.

Κι όσο πιο πολύ διαβάζω,
τόσο νιώθω μια χαρά,
που με τίποτα δεν την αλλάζω.
Βιβλίο, είσαι τέλεια συντροφιά!

Απόδοση: Λότη Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου

------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου